Περού
Η πρώτη χώρα της Λατινικής Αµερικής που βάφτισε το “νέο” µοντέλο εξορύξεων ως “την κινητήρια δύναµη της ανάπτυξης και της εξόδου από τη φτώχεια” ήταν το Περού καθώς η µεταλλευτική παράδοση της χώρας το παρουσίασε ως φυσική επιλογή. Σήµερα, παρά το γεγονός ότι η χώρα επαινείται από διεθνείς χρηµατοπιστωτικούς οργανισµούς για τους υψηλούς ρυθµούς ανάπτυξης που επιτυγχάνει, κυρίως λόγω της εξαγωγής ορυκτών, η κοινωνική ανισότητα και τα ποσοστά φτώχειας βρίσκονται και αυτά ανοδική πορεία. Επιπλέον, η εκτεταµένη καταστολή που εφαρµόζεται για να προχωρήσουν τα έργα έχει οδηγήσει τους ακτιβιστές στο Περού να µιλούν για ληστρικό εξορυκτισµό, ο οποίος εφαρµόζεται ευλαβικά τόσο από τους προηγούµενους νεοφιλελεύθερους προέδρους Fujimori και Alan Garcia όσο και από τον τωρινό αριστερό πρόεδρο Ollanta Humala.
Δικαίως λοιπόν, το Περού θεωρείται η πρωτεύουσα των συγκρούσεων και των κοινωνικών αντιπαραθέσεων για τις εξορύξεις στη Λατινική Αµερική. Τον προηγούµενο Σεπτέµβριο, ο αντίστοιχος Συνήγορος του Πολίτη της χώρας κατέγραψε 223 κοινωνικές συγκρούσεις, από τις οποίες περισσότερες από τα δύο τρίτα συνδέονται µε τις εξορύξεις που πραγµατοποιούνται στη χώρα. Η έκθεση αυτή επιπλέον καταµέτρησε 196 νεκρούς και 2.369 τραυµατίες από το 2006 έως το 2011 ως άµεσο αποτέλεσµα των συγκρούσεων που οφείλονται στον έλεγχο των φυσικών πόρων της χώρας.
Ένας από τους πιο γνωστούς χρόνιους αγώνες στη χώρα είναι ενάντια στα µεταλλεία Conga στην περιοχή της Cajamarca στο βόρειο Περού, αγώνας ο οποίος έχει αφήσει πολλούς νεκρούς και έχει οδηγήσει πολλάκις στον αποκλεισµό της περιοχής και την κήρυξη καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Παρόλο που η περιοχή έχει µακρά µεταλλευτική δραστηριότητα, από τα χρόνια του ισπανού κατακτητή Francisco Pizarro, το έργο Conga προβλέπεται να είναι το µεγαλύτερο έργο εξόρυξης στην ιστορία του Περού. Η περιγραφή του έργου θυµίζει κατά πολύ τις δικές µας Σκουριές: πολυεθνική εταιρία σε συνεργασία µε ντόπιο µεγαλοεπενδυτή αγόρασε για ψίχουλα 3.069 εκτάρια γης µε σκοπό την εξόρυξη του χρυσού και του χαλκού της περιοχής, για την οποία απαιτείται η “αξιοποίηση” των τοπικών υδάτινων πόρων. Μάλιστα, η ίδια η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της εταιρίας Yanacocha αναφέρει τη µόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα της περιοχής καθώς το έργο προβλέπεται να παράγει κατά µέσο όρο 90.000 τόνους τοξικών αποβλήτων ανά ηµέρα, κάθε µέρα για 17 χρόνια.
Οι κάτοικοι της περιοχής, ιθαγενείς στην πλειοψηφία τους, µαζί µε περιβαλλοντικές οργανώσεις και κινήµατα έχουν ξεκινήσει αγώνες ενάντια στο έργο από το 2010, όταν και εγκρίθηκε. Η εκλογή του Humala το 2011 δεν άλλαξε πολλά καθώς, ενώ είχε υποσχεθεί διάλογο και όχι καταστολή, µόνο µέσα στον πρώτο χρόνο της θητείας του 17 άτοµα σκοτώθηκαν σε διαδηλώσεις ενάντια στα µεταλλεία Conga. Όµως, όπως δικαιολογήθηκε στα εθνικά µέσα ενηµέρωσης, η καταστολή ήταν αναγκαία για την πρόοδο του περουβιανού λαού και τις κοινωνικές µεταρρυθµίσεις για την παροχή δηµόσιων αγαθών και υπηρεσιών καθώς το έργο θα έφερνε άµεσα 300 εκ. δολάρια στα ταµεία του κράτους.
Οι αιµατηροί όµως αγώνες των κατοίκων της περιοχής ανάγκασαν τον πρόεδρο Humala να αναστείλει τις εργασίες στα µεταλλεία Conga, µετά την ακύρωση του άλλου έργου παρόµοιου βεληνεκούς και αγώνων Tia Maria, όπου πολλοί αγωνιστές είχαν σκοτωθεί σε συγκρούσεις µε την αστυνοµία. Για να αποφασιστεί η αναστολή του έργου, 5 διαδηλωτές δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ, ανάµεσα τους και ένας 16χρονος, ενώ είχε προηγηθεί η κήρυξη καθεστώτος έκτακτης ανάγκης στην περιοχή συνολικά για 8 µήνες.
Μετά όµως από ένα χρόνο µερικού εφησυχασµού των αγωνιστών, η κυβέρνηση του Humala ανακοίνωσε τον περασµένο Νοέµβριο την επανεκκίνηση των δύο έργων (µεταλλεία Conga και Tia Maria) για το 2015 καθώς θεωρεί τις εξορύξεις αυτές κοµβικές για την ευηµερία του λαού του Περού. Σε συνεργασία µε το εθνικό συνδικάτο των µεταλλωρύχων, δηµοσίευσαν στατιστικά κατά τα οποία, το ένα τρίτο των 30 εκ. κατοίκων του Περού εξαρτάται άµεσα ή έµµεσα από τις εξορυξεις καθώς και το 57% των εξαγωγών της χώρας οφείλεται στις εξορύξεις. Έτσι, όπως υποστήριξε η κυβέρνηση, οι εξορύξεις είναι εθνική υπόθεση και δεν απαιτείται πλέον η συναίνεση των τοπικών κοινοτήτων καθώς η αριστερή αυτή κυβέρνηση είναι ικανή να διασφαλίσει τις ευνοϊκές περιβαλλοντικές και κοινωνικές προϋποθέσεις για να πραγµατοποιηθούν τα έργα. Ήδη οι κάτοικοι της Cajamarca κατήγγειλαν στα τέλη Δεκεµβρίου τη στρατιωτικοποίηση της περιοχής και κατέβασαν την περουβιανή σηµαία, υψώνοντας την εµβληµατική κίτρινη σηµαία «Conga no va» (το Conga δεν θα περάσει) και µαζεύοντας δυνάµεις για τις επερχόµενες συγκρούσεις.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΠΑΘΑΡΙΔΟΥ
Βραζιλία
Μπορεί το Περού να είναι η πρωτεύουσα των κοινωνικών συγκρούσεων που έχουν ως αφετηρία τις εξορύξεις στη Λατινική Αµερική, η Βραζιλία όµως είναι ο αδιαµφισβήτος βασιλιάς του ίδιου του εξορυκτισµού στην ήπειρο. Ενδεικτικά, η Βραζιλία εξάγει σχεδόν τρεις φορές το σύνολο όλων των άλλων χωρών της Νότιας Αµερικής µαζί, ενώ συγκεκριµένα το 2011 εξήγαγε περίπου 410 εκ. τόνους των κύριων µεταλλευµάτων της σε σύγκριση µε τις υπόλοιπες χώρες της ηπείρου µαζί, που εξήγαγαν λίγο λιγότερο από 147 εκ. τόνους.
Ο εξορυκτισµός στη Βραζιλία όµως προχωράει πέρα από τις παραδοσιακές εξορύξεις µεταλλευµάτων και πρωτοστατεί και στην ενέργεια και συγκεκριµένα στους υδρογονάνθρακες και το ουράνιο. Ενώ η Βραζιλία σήµερα κατέχει την τρίτη θέση στη Λατινική Αµερική στην παραγωγή πετρελαίου, που απευθύνεται κυρίως για κατανάλωση στην εγχώρια αγορά, η κυβέρνηση ετοιµάζεται να εκµεταλλευτεί τα σηµαντικά κοιτάσµατα υδρογονανθράκων στο θαλάσσιο χώρο. Τα κοιτάσµατα αυτά όµως βρίσκονται σε µεγάλα βάθη και η άντλησή τους ενέχει τον κίνδυνο διαρροών µε καταστροφικά αποτελέσµατα, όπως αποδείχθηκε σε παρόµοια κατάσταση στον Κόλπο του Μεξικού το 2010. Παρά τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά µε τους κινδύνους αυτούς, η συζήτηση στην κοινωνία της Βραζιλίας επικεντρώνεται στα κέρδη από την άντληση πετρελαίου και τη διανοµή τους και οι όποιες αντιρρήσεις από τα περιβαλλοντικά κινήµατα υπάρχουν, παρουσιάζονται ως “δυτικές”, αντι-αναπτυξιακές και περιθωριοποιηµένες.
Διαφορετική τελείως αντιµετώπιση όµως λαµβάνουν οι διάφορες κοινότητες του Αµαζονίου, όπου η εµπειρία των κατοίκων εκεί που έχουν υποστεί σαφείς κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις από εξορυκτικά έργα, τους έχει κάνει απρόθυµους να δεχθούν µεγάλες οικονοµικές αποζηµιώσεις και να σταµατήσουν τους αγώνες τους. Συγκεκριµένα για την ενέργεια, εµβληµατικός είναι ο αγώνας της κοινότητας Caetité, στην περιοχή της Bahia, στο κέντρο περίπου της χώρας. Εκεί, από το 2000, η κρατική εταιρεία “Πυρηνικές Βιοµηχανίες της Βραζιλίας“ (INB) έχει αναλάβει την εξερεύνηση του ουρανίου στην περιοχή και τα δύο ορυχεία που λειτουργούν παρέχουν καύσιµα σε δύο σταθµούς πυρηνικής ενέργειας στη χώρα. Κύριος µέτοχος της INB είναι η Εθνική Επιτροπή Πυρηνικής Ενέργειας (CNEN), η οποία είναι και η ρυθµιστική αρχή στη χώρα για τις δραστηριότητες και τις επιπτώσεις από την πυρηνική ενέργεια.
Η εξόρυξη ουρανίου γίνεται σε ανοιχτό ορυχείο (open pit mining) και από τότε που το ορυχείο άρχισε να λειτουργεί, η τοπική κοινωνία µαζί µε κινήµατα διαµαρτύρονται σχετικά µε τους κινδύνους και τις επιπτώσεις που σχετίζονται µε τις δραστηριότητες της INB στην υγεία τους και το περιβάλλον. Ο ντόπιος πληθυσµός υποστηρίζει ότι υπάρχει έλλειψη επαρκούς πληροφορίες σχετικά µε την έκθεση τους σε διαφορετικά επίπεδα ραδιενέργειας και πιθανές επιπτώσεις στην υγεία τους (π.χ. καρκίνος). Οι τοπικοί υδροφόροι ορίζοντες έχουν κριθεί ακατάλληλοι για πόση, ενώ έχουν καταγραφεί αρκετά εργατικά ατυχήµατα και διαρροές ραδιενέργειας. Από το 2011 και έπειτα ο αγώνας έχει οξυνθεί µε πολλές πορείες, µπλόκα δρόµων και καταλήψεις κτιρίων, ενώ η καταστολή ήταν σκληρή και πολλοί αγωνιστές δέχτηκαν ανώνυµα τηλεφωνήµατα µε απειλές για τη ζωή τους. Το έργο όµως είναι πολύ σηµαντικό για να παρέχει ενέργεια στην αναδυόµενη οικονοµία της Βραζιλίας και γίνονται και περαιτέρω έρευνες για νέα ανοιχτά ορυχεία.
Αντίθετα, η νέα πρόεδρος Dilma Rousseff ακολουθεί το δρόµο των οικονοµικών ανταλλαγµάτων και παρουσίασε νέο νοµοσχέδιο για το µεταλλευτικό κώδικα, που αναµένεται να εγκριθεί το 2014. Το νεο νοµοσχέδιο σκοπεύει να διπλασιάσει τα κέρδη που η τοπική αυτοδιοίκηση λαµβάνει από τις εξορύξεις και να δηµιουργήσει νέες θέσεις εργασίας µέσα από την εντατικοποίηση των εξορύξεων στη χώρα. Επιπλέον, η Rousseff ακολουθεί την παράδοση των δύο θητειών της κυβέρνησης Lula και στοχεύει στην ανάπτυξη µέσα από τις εξορύξεις και εξαγωγές πρώτων υλών εις βάρος των επενδύσεων για εκβιοµηχάνιση. Δεν είναι τυχαίο που αυτή η υποστήριξη των κυβερνήσεων της Βραζιλίας στον εξορυκτισµό, η εµµονή στις εξαγωγές και στο νέο ιµπεριαλισµό καθώς και η καταστολή των κοινωνικών συγκρούσεων παρουσιάζεται επανειληµµένα ως παράδειγµα προς µίµηση στο περιοδικό The Economist ή στο φόρουµ του Νταβός. Η νέα υπερδύναµη όµως του 21ου αιώνα δεν έχει περιορίσει τις κοινωνικές της ανισότητες και οι συµµαχίες µεταξύ των ιθαγενικών κινηµάτων µε τα κινήµατα πόλης κατά της φτωχοποίησης των Βραζιλιάνων ολοένα και ενδυναµώνουν.
Δ. ΣΠ.
Εκουαδόρ
Η διαµάχη για τον εξορυκτισµό έχει ανάψει για τα καλά στο Εκουαδόρ µετά την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην εξόρυξη των τεράστιων αποθεµάτων πετρελαίου της χώρας, θεωρώντας πως δεν είναι η κατάλληλη στιγµή για ένα άλλο µοντέλο ανάπτυξης µακριά από το πετρέλαιο. Ιδιαίτερα τους τελευταίους µήνες, η συµµαχία µεταξύ κυβέρνησης και κοινωνικών κινηµάτων έχει διαρρηχθεί καθώς στα τέλη Δεκεµβρίου, το Υπουργείο Περιβάλλοντος διέταξε το κλείσιµο του ιδρύµατος Πατσαµάµα (Fundacion Pachamama), έναµ από τους πιο µάχιµους Μη Κυβερνητικούς Οργανισµούς ενάντια στην αξιοποίηση των πλούσιων πετρελαϊκών αποθεµάτων της χώρας.
Συγκεκριµένα, στις 4 Δεκεµβρίου, αστυνοµικοί εισέβαλαν στα κεντρικά γραφεία του ιδρύµατος στο Κίτο και προχώρησαν στο κλείσιµο των εγκαταστάσεων, µετά από εντολή του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Η βίαιη αυτή διάλυση της οργάνωσης διετάχθη µε την αιτιολογία της «παρέµβασης στη δηµόσια πολιτική» και «απειλής για την εσωτερική ασφάλεια και την ειρήνη” της χώρας. Ο πρόεδρος της χώρας Ραφαέλ Κορρέα κατηγόρησε µέλη του ιδρύµατος Πατσαµάµα πως “επιτέθηκαν σωµατικά και λεκτικά” κατά του πρέσβη της Χιλής στο Εκουαδόρ και αντιπροσώπων πετρελαϊκών εταιριών κατά τη διάρκεια διαδήλωσης µπροστά από το Υπουργείο Υδρογονανθράκων.
Εκπρόσωποι του ιδρύµατος αρνούνται οποιαδήποτε ανάµειξη σε βίαιες ενέργειες και κατηγορούν την κυβέρνηση πως προσπαθεί να φιµώσει οργανώσεις και κινήµατα που αντιδρούν στα εξορυκτικά σχέδια της κυβέρνησης. Το ίδρυµα Πατσαµάµα συµµετείχε µαζί µε άλλες περιβαλλοντικές οργανώσεις, κοινωνικά κινήµατα και ιθαγενικές κοινότητες στις µαζικές διαδηλώσεις στα τέλη Νοεµβρίου του 2013 ενάντια στις διαπραγµατεύσεις για αδειοδοτήσεις για νέες γεωτρήσεις πετρελαίου στο εθνικό πάρκο Yasuni στην αµαζόνεια ζούγκλα του Εκουαδόρ. Η δηµοπρασία έλαβε µόνο τρεις προσφορές και ευρέως θεωρήθηκε ως αποτυχία.
“Δεν µπορούµε όµως να είµαστε ζητιάνοι ενώ καθόµαστε πάνω σε χρυσό”, δήλωσε ο Κορρέα, εξηγώντας πως η εξόρυξη στον Αµαζόνιο θα προχωρήσει καθώς το κράτος χρειάζεται έσοδα για να εφαρµόσει κοινωνικές πολιτικές και να βγάλει το λαό από τη φτώχεια. Παράλληλα, ο Κορρέα κατηγόρησε το ίδρυµα Πατσαµάµα πως χρηµατοδοτείται από ΜΚΟ στις Ηνωµένες Πολιτείες και πως το κλείσιµο του ιδρύµατος συνδέεται µε την εθνική κυριαρχία της χώρας ενάντια στην ανάµειξη ξένων οργανώσεων που υποστηρίζουν αµερικανικά συµφέροντα. Όσον αφορά τα δικαιώµατα της φύσης τα οποία προστατεύονται από το Σύνταγµα του Εκουαδόρ, ο Κορρέα µίλησε για εξορύξεις φιλικές προς το περιβάλλον και τόνισε την απογοήτευση της κυβέρνησης του Εκουαδόρ για την αποτυχία της Πρωτοβουλίας Yasuni ITT, αποτυχία που οφείλεται αποκλειστικά στις “ανεύθυνες” δυτικές κυβερνήσεις. Θυµίζουµε πως µέσα από την Πρωτοβουλία Yasuni ITT η κυβέρνηση του Εκουαδόρ ζητούσε από τη διεθνή κοινότητα οικονοµική στήριξη για να αντισταθµίσει την απώλεια των εσόδων από την ακύρωση των εξορυκτικών τους σχεδίων και τη συµβολή του λαού του Εκουαδόρ για την αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής. Το αµφιλεγόµενο αυτό σχέδιο απέτυχε να συγκεντρώσει τα απαιτούµενα κεφάλαια και έτσι, ο Κορρέα αποφάσισε να προχωρήσει µε τις εξορύξεις.
Το κίνηµα όµως διαµαρτυρίας ενάντια στην εξόρυξη πετρελαίου είναι ισχυρό καθώς είναι νωπές οι µνήµες στη χώρα από την καταστροφή που άφησε πίσω της η Chevron Texaco και την άρνηση της εταιρίας να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη αποζηµίωσης. Για τους αντιδρώντες στην εξόρυξη πετρελαίου, το µήνυµα που έστειλε ο Κορρέα µε το κλείσιµο του ιδρύµατος είναι ο περιορισµός των νόµιµων δικαιωµάτων τους να διαφωνούν µε τις πολιτικές της κυβέρνησης. Επίσης, το Σύνταγµα αναγνωρίζει το δικαίωµα των ιθαγενών να αποφασίσουν για τη γη τους και τα κινήµατα καταγγέλλουν την κυβέρνηση για στηµένες διαδικασίες διαβούλευσης και για κατασκευασµένη διχόνοια των αυτόχθονων πληθυσµών που αποβλέπει στην αποσταθεροποίηση του συµπαγούς κινήµατος ενάντια στην εξόρυξη στο εθνικό πάρκο Yasuni. Όσον αφορά τα επιχειρήµατα της κυβέρνησης για εθνική κυριαρχία, οι ακτιβιστές ανταπαντούν: “Πώς είναι δυνατόν να επικαλούνται την εθνική κυριαρχία όταν τα έσοδα του κράτους θα εξαρτώνται από πολυεθνικές εταιρίες και πετροδολλάρια; Πώς είναι δυνατόν να µιλούν για δηµοκρατία όταν για να προωθήσουν την ανάπτυξη χρησιµοποιούν βία και καταστολή;” Μετά από αυτή τη διαµάχη, οι ελπίδες και τα όνειρα που είχε δηµιουργήσει η εκλογή του Κορρέα για υπέρβαση της εξορυκτικής οικονοµίας µάλλον έχουν εξανεµιστεί.
Δ. ΣΠ.
Βολιβία
Kοινωνικά κινήµατα, αριστεροί διανοούµενοι, το ιθαγένικο κίνηµα αλλά και διάφορες ΜΚΟ –όλοι αυτοί υποστηρικτές του Μοράλες το προηγούµενο διάστηµα- ασκούν µια δριµιά κριτική στο κυβερνών κόµµα του MAS (Movimiento Al Socialismo) και στον ίδιο τον Εβο Μοράλες και τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Αλβάρο Γκαρσία Λινέρα πάνω στον τρόπο που αποφάσισε η κυβέρνηση την «ανάπτυξη» της χώρας. Η Βολιβία µια καθαρά εξορυκτική οικονοµία όλα τα χρόνια της αποικιοκρατίας και του άγριου καπιταλισµού µοιάζει να µην θέλει να ξεφύγει από αυτό το πλήρως νεοφιλελεύθερο, στην καλύτερη περίπτωση, µοντέλο ανάπτυξης, -όπως ισχυρίζονται οι επικριτές του Μοράλες-, αντιθέτως το επεκτείνει µε το επιχείρηµα των εσόδων για το κοινό καλό συνοδεύοντάς το µε µια σειρά έργα τεραστίων διαστάσεων (όπως ο τεράστιος αυτοκινητόδροµος της Αµαζονίας) που θίγουν ιθαγενικούς πληθυσµούς, παραδοσιακές δραστηριότητες, κουλτούρες και προστατευόµενες περιοχές χωρίς καµιά διαβούλευση, πράγµα που τους ενοχλεί περισσότερο απ’ όλα. Στα τέλη Δεκέµβριου µάλιστα η σύγκρουση έφτασε στα άκρα συγκεκριµένα στην πρωτεύουσα La Paz µε το CONAMAQ που είναι το συµβούλιο τον ιθαγενικών λαών της Βολιβίας. To κτίριο του συµβουλίου, κατελήφθη από την αστυνοµία(!) που δεν τους επέτρεπε να µπουν στο κτίριο τους γιατί όπως λένε οι ίδιοι δεν αρέσει στον Πρόεδρο της χώρας που όλοι οι εκλεγµένοι του Συµβουλίου στις τελευταίες εκλογές είναι πολύ κριτικοί στην κυβέρνηση πάνω σε αυτά τα ζητήµατα.
Πολύ περιληπτικά η άποψη των επικριτών της κυβέρνησης είναι ότι η κυβέρνηση έχει παρά πολλά χρήµατα που προέρχονται από τα καλά συµβόλαια που υπέγραψε ο Μοράλες µε τις πολυεθνικές του πετρελαίου- κυρίως-, µέρος των χρηµάτων ναι µεν πάει σε κοινωνικό έργο (παιδεία, υγεία) αλλά εκεί τελειώνουν όλα, χωρίς αυτό το έργο να αντιµετωπίζει την πραγµατική διάσταση των προβληµάτων. Χωρίς καµιά προσπάθεια εθνικοποίησης, καµιά αµφισβήτηση των ληστρικών τρόπων εκµετάλλευσης του περιβάλλοντος και των ανθρώπων, και ταυτόχρονα πλήρης αδιαφορία για τους πληθυσµούς που κατοικούν στις συγκεκριµένες περιοχές. Στα χρόνια αυτής της κυβέρνησης παραχωρήθηκε στις πολυεθνικές γη που κανείς πρωτύτερα δεν είχε τολµήσει να παραχωρήσει. Μιλάνε για αύξηση της παραχωρειθήσας γης κατά 250%!
Το χειρότερο ίσως είναι ο τρόπος που προσπαθεί η κυβέρνηση να επιβάλλει τις αποφάσεις της ο οποίος περιλαµβάνει συντεταγµένες προσπάθειες διάλυσης των «από κάτω» και δηµιουργίας ψευδών διαχωρισµών (πολύ αριστεροί ακτιβιστές θεωρούν αυτή την τακτική ως το χειρότερο φάουλ που καταλογίζουν στην κυβέρνηση), αρκετή καταστολή και κατασυκοφάντηση έως φυλάκιση όσων αντιστέκονται, οι οποίοι κατηγορούνται δηµοσίως (έργο που έχει αναλάβει ο Αντιπρόεδρος) εµµέσως… αλλά και ξεκάθαρα κάποιες φορές ως πράκτορες ή βλάκες που τους χειρίζονται οι αποικιοκράτες και οι ξένες δυνάµεις!
Είναι χαρακτηριστική η ορολογία που χρησιµοποιεί ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης στο βιβλίο του “Geopolitics of the Amazon, Landed Hereditary Power and Capitalist Accumulation, 2012” προκειµένου να χτυπήσει αυτή την κριτική και να δικαιολογήσει την καταστολή. Μιλώντας… σε άπταιστη µαρξιστική, λέει πως όσοι κάνουν αυτή την κριτική (ενάντια στις εξορύξεις και το συγκεκριµένο µοντέλο ανάπτυξης) και τις αντίστοιχες διαδηλώσεις είναι όργανα του εξωεδαφικού περιβαλλοντισµού (“extraterritorial environmentalism”), που είναι η υλοποίηση της «περιβαλλοντικής καπιταλιστικής συσσώρευσης» (“environmental capitalist accumulation”).
Επιπλέον όµως της µη αµφισβήτησης της ιδιοκτησίας των πολυεθνικών όλος ο προσανατολισµός της κυβέρνησης είναι καθαρά εξορυκτικός µε σχέδιο, κατά δήλωση των ίδιων, να αποσπούν και να επεξεργάζονται τους φυσικούς πόρους, ώστε τίποτα να µη φεύγει από τη χώρα χωρίς προστιθέµενη αξία, από τους υδρογονάνθρακες ως το λίθιο και από την ουρία ως την αµµωνία, ώστε να δηµιουργείται πλούτος που θα µοιράζεται στην κοινωνία.
Όλο αυτό το σχέδιο δεν αρέσει σε αυτούς και αυτές που ήλπισαν σε µια εναλλακτική στον εξορυκτικό καπιταλισµό (κρατικό ή ιδιωτικό) και στήριξαν το MAS, και οι οποίοι/ες στη Βολιβία είναι πολλοί και πολλές. Υπάρχουν βεβαίως και ουκ ολίγες φωνές που λένε ότι υπάρχει µια διαδικασία η οποία οδηγείται από τον Μοράλες σε καλά µονοπάτια, που µπορεί να είναι αργή και να µη φαίνονται τα αποτελέσµατά της αλλά υπάρχει και είναι προς την σωστή κατεύθυνση, της κοινωνικής δικαιοσύνης κ.λπ.
Οι αντιφάσεις πολλές και αναµενόµενες. Ίσως δεν γίνεται και διαφορετικά όταν στον καπιταλισµό εκλέγεται µια κυβέρνηση κατ’ αρχήν φιλολαϊκή. Και ίσως οι απαντήσεις να προκύψουν µέσα από µια επίπονη και συγκρουσιακή διαδικασία. Στην καταστολή όµως που εφαρµόζεται και στη φίµωση και κατασυκοφάντηση κινηµάτων και αντικαπιταλιστών καµιά αριστερή απάντηση δεν υπάρχει… και αυτό πολύ µας στεναχώρησε και µας προσγείωσε ανώµαλα κατά την επίσκεψή µας στη Βολιβία
ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΛΟΚΙΤΗ
Αναδημοσίευση από Οικοτριβές